Κυριακή 17 Ιουνίου 2018


Στις μέρες, που δε ξέρω τι να κάνω, αναρωτιέμαι για το είδος μου, όπως, αν η όψη που φέγγει στ’ αριστερά του ημίφως από τη λάμπα μου, ξαφνικά, νιώσει την ανάγκη να λαξέψει. Ν’ αφαιρέσει έστω νωχελικά ένα – ένα τα κομμάτια της νυχτερινής μου συνήθειας. Το τσιγάρο να πέφτει, το δάκτυλο να συσπάται, η πλάτη να σταματήσει ν’ ανασηκώνεται, το ποτήρι να σπάσει. Θα ‘ταν αρκετό να πίστευα πως αυτές οι μικρές ψαλιδιές της σκιάς μου θα άνθιζαν ανάμεσα στους σπόνδυλους φτερά, γερά, δυνατά, θα τα προτιμούσα κοφτερά, κρυστάλλινα, τόσο, ώστε με ένα φτερούγισμα να θρυμμάτιζαν τον γυάλινο κόσμο μου.
Πάνε σαράντα χρόνια που το περιμένω.
Δημήτρης Ι. Ευθυμίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου