Σάββατο 28 Απριλίου 2018


Κι όταν τα χέρια
πάψουν να υπάρχουν
ανάμεσα σε σώματα
θα’ ρθει μια αστραπή
να μας καρφώσει μέσα στη γη.
Αχρείαστοι άνθρωποι θα πουν
σπατάλησαν την ύψιστη αφή.
Δημήτρης Ι. Ευθυμίου

Όλοι γύρω μου αναπνέουν. Τα δέντρα με τον κυματισμό των φυλλωμάτων τους. Η θάλασσα με τους ήχους της επαφής πάνω στα σώματα των βράχων. Η γάτα μου που ονειρεύεται αυτό που δε θα μάθουμε ποτέ. Ακόμα κι εγώ αναπνέω, χωρίς κανένα μυστήριο, χωρίς τη σπουδαιότητα να σας συγκινήσω.
Δ.Ε

Κι είχε μια υποψία, πως πίσω από κείνον τον ίσκιο που χανόταν, καθώς πλησίαζε κοντά το πρόσωπό του στο παράθυρο, θα ήταν εκείνη, μ’ ένα χαμόγελο ανάποδου φεγγαριού.
Δημήτρης Ι. Ευθυμίου

Τετάρτη 25 Απριλίου 2018


Είναι το μόνο που αποζητώ, αναζητώ, αναμένω. Ξέρω καλά, πως η βεβαιότητα, ακούραστα χρόνια τώρα μου το καταπίνει. Σκορπίζει το χαμηλό σύννεφο που με ταξιδεύει, όπως χάνεται ο καπνός μπρος από τα μάτια και φανερώνει την πραγματικότητα. Μα το μυαλό συνευρίσκεται τις πιο ήσυχες ώρες με την επιθυμία. Εκεί, επιτρέπεται κάθε υπερβολή, κάθε ψευδαίσθηση χαμογελά στο πρόσωπο της αναστρέψιμης αίσθησης που σου επιβάλλει το τώρα, εκεί όμως, μπορώ να σ’ έχω, ναι να σ’ έχω, έστω για λίγο, έστω όπως κάποτε, να σ’ έχω, να σ’ έχω πριν χαθώ, πριν όλα χαθούν, πριν σε γνωρίσω, πριν σε χάσω, όλα μέσα σ’ εκείνο το διάστημα που σ’ είχα, που μ’ είχες, που δεν υπήρχε τίποτα άλλο από το να σ’ έχω και να μ’ έχεις.
Δημήτρης Ι. Ευθυμίου

Ξέρω, πως εκείνο το σώμα που διψά, θα βρει κάποια στιγμή μια βροχή ανθρώπινη. Άλλο ένα σώμα, που θα περιμένει χρόνια την κατάλληλη στιγμή. Τότε, όλα θα συγκλείνουν στο σημείο της πληρότητας. Τότε, θα χαμογελούν κερδισμένοι πάνω στα κουφάρια των στερημένων χρόνων.
Δ.Ε

Καιρό τώρα μυρίζω την αποσύνθεση
κολλάνε στα ρουθούνια τα λόγια, οι πράξεις
οι ιδέες των πάντων
νιώθω το στομάχι να θερμαίνεται
κάψιμο απ’ όσα δεν αντέχω να χωνέψω
Ανησυχώ για τη διαπίστωση που θέριεψε
που αναρριχάται και με κυκλώνει
Άνθρωποι που μιλάνε
Άνθρωποι που αποζητάνε
Άνθρωποι που ψεύδονται
Άνθρωποι πάντα πεινασμένοι
για τη σάρκα της ψυχής των άλλων
Άνθρωποι γνωστικοί
κι αλάνθαστοι
που θορυβούν
και χάνονται
χωρίς τίποτα να τους αγγίξει.
Δημήτρης Ι. Ευθυμίου