Τρίτη 27 Φεβρουαρίου 2018



Ο εικοστός αιώνας μας ξεκίνησε
να γίνει καλύτερος απ’ τους άλλους.
Δεν πρόκειται να το επαληθεύσει ποτέ τώρα,
τώρα που τα χρόνια του είναι μετρημένα,
ο βηματισμός του κλονισμένος,
η αναπνοή του λιγοστή.

Πολλά πράγματα έχουν συμβεί
που δεν φανταζόμασταν να συμβούν
και ό,τι φανταστήκαμε πως θα ’ρθεί,
δεν ήρθε.

Ευτυχία και Άνοιξη, ανάμεσα σ’ άλλα πράγματα,
φανταστήκαμε ότι θα οικειωθούν πιο πολύ
η μια την άλλη.

Προσδοκούσαμε να εγκαταλείψει ο φόβος
τα βουνά και τις κοιλάδες.
Η αλήθεια να φτάσει στο σπίτι
πριν απ’ το ψέμα.

Προσδοκούσαμε ένα ζευγάρι από προβλήματα
να μην εμφανισθούν πια:
η πείνα, για παράδειγμα,
κι ο πόλεμος, και πάει λέγοντας.

Προσδοκούσαμε ότι θα υπάρχει κάποια έγνοια
για την έλλειψη βοήθειας στους αβοήθητους,
εμπιστοσύνη, και ούτω καθεξής.

Ο καθένας που σχεδίαζε να απολαύσει τον κόσμο
είναι τώρα αντιμέτωπος
με μιαν αποστολή χωρίς ελπίδα.
Η βλακεία δεν είναι διασκεδαστική.
Η σοφία δεν είναι χαρούμενη.

Η ελπίδα
δεν είναι πια εκείνο το κοριτσάκι
κ.λπ., αλίμονο.

Ο Θεός έφτασε τελικά να πιστεύει
σ’ έναν άνδρα καλό και δυνατό μαζί,
όμως καλός και δυνατός
είναι ακόμα δυο διαφορετικοί άνδρες.

«Πώς θα ζήσουμε;», κάποιος με ρωτάει
σ’ ένα γράμμα.
Είχα στον νου μου να του κάνω
την ίδια ερώτηση.

Πάλι, κι όπως πάντοτε,
όπως μπορούμε να διακρίνουμε πιο πάνω,
τα πιο πιεστικά ερωτήματα
είναι τα πιο απλοϊκά.

 Βισουάβα Σιμπόρσκα, μετφ. Βασίλης Καραβίτης



Θα μπορούσα να ‘μαι αυτό που θες
μια γυάλα χρυσαφένια
εμπλουτισμένη από τα πρότυπα και ιδεώδη σου
Θα μπορούσα να ‘χω μετατοπιστεί από τα δικά μου υπάρχω
μια μεταμόρφωση κάμπιας σε πεταλούδα του χρώματος της αρέσκειας σου
Ίσως τα όνειρα σου να τα ‘χα δρομολογήσει με περισσότερη πειθώ
με εγρήγορση κι άνευ προηγουμένων εραστών σου επιτυχία
Θα μπορούσα να ‘μαι το αρσενικό του θηλυκού σου
περισσότερο ακόμα κι από τις υπερβολές σου
μια τελειότητα απροσδόκητη
μια θεότητα που προσδοκούσες
Ίσως και να τα ‘χα καταφέρει
αν η ατέλεια μου δε γκρίζαρε το πέρασμα των χρόνων
αν είχα πάψει να είμαι εγώ
αν είχα πάψει να είμαι αυτός που σε ερωτεύτηκα.
Δημήτρης Ι. Ευθυμίου


Ταιριάζει η πλάνη σαν τα μεγάλα καλοκαιρινά δειλινά, σαν τους έρωτες που μοιάζουν σε φρούτα των πόλεων, καλογυαλισμένα, αστραφτερά, ογκώδη, μα άγευστα και σκουληκιασμένα.
Όλα έχουν ημερομηνία λήξης ή την εικόνα μιας βιτρίνας που κρύβει την ατέλεια. Ο χρόνος επιβραδύνει τη συντήρηση, ελλοχεύει την αργοπορία της φθοράς.
Δεν έμοιαζε τίποτα το τώρα μ’ εκείνο το χθες της εφηβείας. Ερωτευμένος σήμαινε γυμνός από σκέψεις και φορτισμένος με πάθη κι αδέσμευτη λογική. Σήμερα, εκείνες οι μέρες, γυαλίστηκαν και περάστηκαν με βερνίκι της πραγματικότητας, εκείνης που πορεύεσαι εξ αναγκασμού στη διατήρηση της συμβατικότητας. Μα πάντα, πίσω απ’ όλο αυτό το μπέρδεμα της ζωής, πίσω απ’ όσα θεωρείς αναγκαία, ακούγεται εκείνο το τραγούδι του παρθένου ερωτευμένου, οι σάλπιγγες μιας χαμένης εποχής. 
Δημήτρης Ι. Ευθυμίου


Ούτε που γνωρίζουμε
τι πρέπει να ξέρουμε και τι δεν πρέπει, ζεις
ή σχεδόν ή καθόλου. Αυτά εν συντομία,
τα υπόλοιπα θα τα δούμε κατόπιν εορτής.
Montale, μετφ. Δημήτρης  Ι. Ευθυμίου
Non sapremo nemmeno
che sia sapere e non sapere, vivere
o quasi o nulla affatto. È presto detto,
il resto lo vedremo a cosa fatte.



Ολάκερη νύχτα
ριγμένος πλάι
σ’ έναν σφαγιασμένο
σύντροφο
με τα σφιγμένα
δόντια του
στραμμένα κατά την πανσέληνο
με το πρήξιμο
των χεριών του
να ’χει εισχωρήσει
μέσα στη σιωπή μου
έγραψα
γράμματα γεμάτα έρωτα
Ποτέ μου δεν υπήρξα
τόσο
προσκολλημένος στη ζωή
Τζιουζέππε Ουνγκαρέττι, μετφ. Φοίβος Πιομπίνος


Ποιός ξέρει; Ίσως εκεί ψηλά υπάρχει ανταμοιβή γι’ αυτούς που τόσο ταλανίστηκαν περιμένοντας τους άλλους, ένας παράδεισος όπου τα λεωφορεία φεύγουν και οι γυναίκες φτάνουν στην ώρα τους, όπου τα λόγια χωρούν σε δέκα λέξεις, όπου τα αποτελέσματα και οι αιτίες πηγαίνουν χέρι χέρι…
Π. Μοράν