Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018



Δεν είναι ακόμη παρά μιά ελάχιστη άλως, κανένας δεν την βλέπει, όμως αυτός το ξέρει ότι από κει θα 'ρθεί η πυρκαγιά, μία τεράστια πυρκαγιά θα 'ρθεί, κι αυτός, καταμεσής της, θα πρέπει να τα καταφέρει, να συνεχίσει όπως πριν να ζει (Πώς πάει; Καλά, κι εσείς;), αφανισμένος απ'το ευσυνείδητο και αδηφάγο πυρ.
Henri Michaux



Απόψε είχε ζυμωτό ψωμί, έξι μικρές φέτες στο φούρνο και μια χούφτα ελιές, τωρινές όπως και το πρώτο λάδι. Νωρίς μαζεύουν στη Μάνη οι ντόπιοι, νωρίς και τα πρώτα φιλέματα, αν και φέτος με τη ξηρασία μας πήρε χειμώνας. Ένα μπουκάλι "γιατρέ" μου λέει ο κυρ. Σταύρος, σημερινό, τώρα το φέραμε κι είπα να σε φιλέψω μαζί με δυο ντοματούλες απ’ το χωράφι. Τη ρίγανη την έριξα εγώ, μαζεμένη το καλοκαίρι, αποξηραμένη στο μπαλκόνι, κι όσο για το αλάτι, αυτό είναι περσινό, μαζί με την κάπαρη, από την Τραχήλα, στις αυλακιές των βράχων δίπλα στη θάλασσα. Αυτά είχε απόψε και μύρισε ζωή.
Δημήτρης Ι. Ευθυμίου


Η σκιά, το πιο βαθύ σκοτάδι, χωράνε για κάποιους στα πιο απόκρυφα εντόσθια των ονείρων τους. Ίσως κανείς ποτέ να μην αναρωτηθεί για το πώς έσβησε ένας υγιέστατος άνθρωπος στον ύπνο του. Κανείς δε θα μάθει πως την ώρα που κρυβόταν το φεγγάρι, στέρεψε μέσα του κι ο τελευταίος καημός.
Δημήτρης Ι. Ευθυμίου




Όλα στη δύση της ζωής, μοιάζουν μισοτελειωμένα. Τις περισσότερες φορές σαν το πρώτο δειλό βήμα, καθώς το πόδι επιστρέφει ένα πίσω, εκεί στην αρχική του θέση ή όταν με κατεβασμένο το κεφάλι και την πλάτη στον ήλιο γυρίζει εκεί που όλα δείχνουν ασφαλή και σίγουρα.
Κάποιοι θα πουν, « έκανα ότι καλύτερα μπορούσα», οι περισσότεροι μ’ εκείνην τη γνώριμη αποδοχή των πάντων «πως έτσι έχει η ζωή, τι περιμένετε;»
Οι ρομαντικοί, στον αντίποδα των περισσότερων ορθολογιστών πως δεν υπέκυψαν, πως ονειρεύτηκαν, πως έκανα ταξίδια νοερά και πως κατάφεραν το ελάχιστο να το κερδίσουν.
Και κάποιοι που τους μοιάζω, πόσο λίγο ζήσαμε.
Δημήτρης Ι. Ευθυμίου